Πέμπτη 6 Ιανουαρίου 2011

«Λάθη στη χρήση της γλώσσας μας»

Μια από τις μανίες μου – και είναι αρκετές… - είναι να ακούω πολύ ραδιόφωνο! Συνέχεια. Πρωί, μεσημέρι, βράδυ. Μια άλλη είναι να επισημαίνω λάθη στη χρήση των ελληνικών, ιδίως από τους «παντογνώστες» των μέσων ενημέρωσης. Η πρώτη μανία είναι μάλλον γονιδιακής προέλευσης ενώ για την δεύτερη ευθύνεται κατά πολύ η φιλόλογός μου στις δύο πρώτες τάξεις του Γυμνασίου, η καθηγήτρια Ιωάννα Παπαζαφείρη.



Η Ιωάννα Παπαζαφείρη ήταν «θερμός κήρυκας της ιδέας του δημοτικισμού» όπως διαβάζω στο εσώφυλλο του βιβλίου*, τον τίτλο του οποίου δανείστηκα για αυτό μου το σημείωμα. Και λέω ήταν γιατί νομίζω ότι την κουράσαμε τόσο πολύ με τα λάθη μας που μας βαρέθηκε και μας άφησε εδώ και κάμποσο καιρό. Όχι πως εκεί που είναι τώρα δεν θα συνεχίζει να διαφωνεί ζωηρά με τον καθηγητή Ιωάννη Ξηροτύρη, μόνο που εγώ δεν μπορώ πλέον να διαβάζω αυτές τις συζητήσεις μέσα από τις στήλες της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ.


Θυμάμαι όμως καθημερινά τη Δασκάλα μου εξαιτίας των μαργαριταριών που ακούω στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση ή διαβάζω στις εφημερίδες. Το Διαδίκτυο είναι ξεχωριστή περίπτωση και δεν θα το χρησιμοποιούσα για να αντλήσω «γλωσσικά ολισθήματα» παρά μόνον για να αναφερθώ στα υβριδικά greeklish που έχουν κυριεύσει αυτό το χώρο. Αυτό όμως είναι θέμα που αξίζει ιδιαίτερη μνεία και δεν είναι της παρούσης.


Ένα από τα «μαργαριτάρια» που με ενοχλούν απίστευτα είναι η λέξη άμεσα και η επίμονη καθημερινή χρήση της από τους πάντες πλέον στη θέση της λέξης αμέσως! Εξηγώ στους μαθητές μου το λάθος, με ακούν με δυσπιστία και αντικρούουν λέγοντας «μα το λένε όλοι!». Και έχουν δίκιο, δυστυχώς. Το μόνο κέρδος είναι ότι δεν κάνουν το λάθος αυτό όταν μιλούν σε μένα. Κάτι είναι κι αυτό….


Κάτι άλλο που ακούμε συχνά-πυκνά τον τελευταίο καιρό και δεν παραλείπει να με εξοργίζει είναι αυτά που διαρρέουν όχι μόνα τους όπως θα έπρεπε, αν είχαν λίγο φιλότιμο, μιας και το ρήμα είναι αμετάβατο! Όχι! Κάθονται και τα…. «διαρρέουν» κύκλοι προσκείμενοι στα κόμματα, στον Πρωθυπουργό, πηγές αμφιβόλου καθαρότητας (γλωσσικής, σίγουρα…) και πάει λέγοντας. Προσέξτε πόσο συχνά χρησιμοποιείται λανθασμένα αυτό το ρήμα και θα καταλάβετε τι εννοώ.


Παρακολουθείτε τηλεοπτικές συζητήσεις «στρογγυλής τραπέζης»; ‘Όχι; Μα γιατί; Έχουν τεράστιο γλωσσολογικό ενδιαφέρον. Τα λάθη που προανέφερα πρωταγωνιστούν. Όπως επίσης και η λέξη όπου η οποία τον τελευταίο καιρό χρησιμοποιείται κατά κόρον από όλους τους συμμετέχοντες. Τείνει ή έχει ήδη αντικαταστήσει όλες τις αναφορικές αντωνυμίες καθώς και το αναφορικό μόριο που: «συναντήσαμε τον κ. Υπουργό όπου μας είπε….»


Δεν είμαι φιλόλογος αλλά θέλω να πιστεύω πως μιλώ σωστά τη μητρική μου γλώσσα και με ενοχλεί που άνθρωποι οι οποίοι την χρησιμοποιούν ως εργαλείο (που είναι) για τη δουλειά τους την κακομεταχειρίζονται και επηρεάζουν νέους κυρίως ακροατές και αναγνώστες μιας και πλασάρονται – δυστυχώς - σαν πρότυπα (που δεν είναι). Αυτό που με ενοχλεί όμως ιδιαίτερα είναι να ακούω συναδέλφους μου να κάνουν αυτά τα λάθη. Μπορεί να διδάσκουμε μια ξένη γλώσσα αλλά δεν θα έπρεπε να ομιλούμε σωστά και τη μητρική μας; Πιστεύω πως θα έπρεπε!


Θα κλείσω αυτό το σημείωμα με τα λόγια της καθηγήτριάς μου, της Ιωάννας Παπαζαφείρη, και την ελπίδα πως όσοι τα διαβάσουν θα σκεφτούν λίγο πριν π.χ. ζητήσουν κάτι άμεσα εννοώντας αμέσως!


Για τα λάθη που διαπράττονται στη χρήση της γλώσσας από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αλλά και στον τύπο έχουν ακουστεί πολλές σωστές διαμαρτυρίες, ώστε θα ήταν περιττό να προσθέσω κι εγώ τη δική μου πάνω σ' ένα αναμφισβήτητο γεγονός. Αν το καταπιάνομαι, είναι γιατί θέλω να σταθώ σε μερικά από κείνα τα λάθη που επαναλαμβάνονται, με την ελπίδα ότι όσοι αγαπούν τη γλώσσα μας και ενδιαφέρονται για την ποιότητά της θα θελήσουν να τα προσέξουν. Τα λέμε και τα γράφουμε, τα ακούμε και τα διαβάζουμε και το κακό συνεχίζεται. Ως πότε όμως; Ασύγγνωστη η αδιαφορία μερικών και σφαλερή η αντίληψη άλλων ότι τη μητρική του γλώσσα την ξέρει ο καθένας και επομένως τι να μπει στον κόπο και να αφιερώσει χρόνο στη μελέτη της. Τόσο οι μεν όσο και οι δε ζημιώνουν την εξέλιξη του γλωσσικού προβλήματος. Δε συμμεριζόμαστε τους υπερβολικούς φόβους των κινδυνολογούντων, όμως δεν είναι δυνατό και να μην αποδοκιμάσει κανείς τη στάση των αδιαφορούντων μπροστά σ' ένα ζήτημα πανεθνικής σημασίας. Η άγνοια και γενικά η μη τήρηση βασικών κανόνων της γραμματικής και της σύνταξης - φαινόμενο συνηθέστατο στις μέρες μας - ενέχει τον κίνδυνο να καθιερωθούν τα λανθασμένα. Ξέρουμε τη δύναμη της συνήθειας. Κι αντί μοιρολατρικά να παρακολουθούμε την κατάσταση, είναι πια καιρός να συνειδητοποιήσουμε το χρέος μας. Να μελετήσουμε και να κατακτήσουμε την εθνική μας γλώσσα σ' όλον της τον πλούτο. Προπάντων να φροντίζουμε να τη χειριζόμαστε σωστά. Σ' αυτόν τον σκοπό αποβλέπει η έκδοση του βιβλίου.


Ιωάννα Παπαζαφείρη


*«Λάθη στη χρήση της γλώσσας μας» , Εκδόσεις ΣΜΙΛΗ, Αθήνα 1992


Τετάρτη 5 Ιανουαρίου 2011

«Τα εν οίκω εν δήμω»;;

«Μικρό παιδί σαν ήμουνα και πήγαινα σχολείο… » όπως λέει το παλιό, καλό τραγούδι του Νέου (τότε…) Κύματος, οι δάσκαλοί μου και οι γονείς μου με μάθαιναν να ξεχωρίζω, να ιεραρχώ και να διαχειρίζομαι καταστάσεις καθώς αυτές προέκυπταν στο διάβα μου. Ταυτόχρονα, μάθαινα να κρίνω, να αξιολογώ, να επιλέγω, να απορρίπτω. Δεξιότητες απαραίτητες για την πορεία μου στη ζωή γενικότερα και ειδικότερα στην κοινωνία στην οποία βρέθηκα να είμαι μέλος «άμα τη αφίξει μου».



Εικάζω – για να χρησιμοποιήσω μια λέξη που έχει γίνει πολύ του… συρμού τελευταία – πως κάτι τέτοιο με ανάλογες, αναγκαίες χωροχρονικές παραλλαγές συμβαίνει σε όλους τους ανθρώπους. Αυτός άλλωστε είναι ο ρόλος του γονιού και του δασκάλου σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του ταλαίπωρου πλανήτη μας: να καθοδηγεί και να διδάσκει.


Ο εκ μητρός παππούς μου συνήθιζε να εκφράζεται με ρητά και γνωμικά κάτι που προφανώς «πέρασε» σε μένα μέσω γονιδίων μιας και ήμουν πολύ μικρή όταν πέθανε. Ένα από τα αγαπημένα μου είναι και αυτό του τίτλου του παρόντος σημειώματος. Εμπέδωσα την έννοιά του πολύ μικρή όταν οι γονείς μου με μάθαιναν να μην κοινοποιώ έξωθεν συζητήσεις ή και καταστάσεις που αφορούσαν την οικογένεια. Μεγαλώνοντας και μαθαίνοντας να ξεχωρίζω τα «εν οίκω» και τα «εν δήμω» διαπίστωσα τη σημασία του να μην τα αναμιγνύω. Η διαπίστωση αυτή οδήγησε αργότερα σε συνειδητή επιλογή και ένθερμη υποστήριξη του ως άνω ρητού.


Οι Διαδικτυακές κοινότητες και συγκεκριμένα αυτή του Facebook με έχει κάνει πολλές φορές να σκεφτώ πόσο έχουν αμβλυνθεί τα όρια ανάμεσα στα «εν οίκω» και «εν δήμω» θέματα. Σαφώς είναι προσωπική επιλογή εκάστου μέλους της κοινότητας αυτής να θέτει τα δικά του όρια στο ποια θέματα κοινοποιεί και ποια όχι. Αυτό άλλωστε συμβαίνει σε όλους τους χώρους κοινωνικής συνεύρεσης και το Facebook είναι ένας από αυτούς.


Εδώ και αρκετά χρόνια δεν ξαφνιάζομαι ούτε σοκάρομαι από τις ενέργειες των συνανθρώπων μου. Πιστεύω πως ο κάθε άνθρωπος μπορεί να κάνει τα πάντα, κυριολεκτικά τα πάντα, αν παρουσιαστούν οι κατάλληλες συνθήκες και προϋποθέσεις. Ως εκ τούτου δεν «πέφτω από τα σύννεφα» πλέον όταν βλέπω κινήσεις που εγώ δεν θα έκανα μεν αλλά αυτό όμως δεν σημαίνει πως άλλοι δεν τις κάνουν. Και για να τις κάνουν έχουν σίγουρα κάποιους λόγους είτε προφανείς, όπως οι άνθρωποι που αποφασίζουν να πάρουν μέρος σε ένα τηλεοπτικό reality show για να κερδίσουν κάποιο χρηματικό ποσό, είτε λιγότερο προφανείς όταν το κίνητρο δεν είναι τόσο εύκολα διακριτό.


Όποιο και αν είναι το κίνητρο, το να δημοσιοποιεί κάποιος προσωπικές, οικογενειακές ή αυτές που συνήθως λέμε ιδιωτικές στιγμές μέσω της τηλεόρασης, του τύπου ή του Διαδικτύου είναι σαφέστατα μια αυστηρά προσωπική επιλογή του. Ίσως όχι πάντα κατανοητή αλλά σεβαστή; Η απορία μου προκύπτει από το σύγχρονο και παράδοξο φαινόμενο της μεγάλης ευαισθητοποίησης των συνανθρώπων μας που αφορά στα «ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα» τους ενώ την ίδια στιγμή οι ίδιοι τα κοινοποιούν με μεγάλη ευχέρεια και γενναιοδωρία!


Αναμφισβήτητα αυτό που ίσως εγώ θεωρώ προσωπικό ή ιδιωτικό για κάποιον άλλο να μην είναι. Επανέρχομαι λοιπόν στην ελαστική – και όχι πάντα διακριτή - οριοθέτηση των «εν οίκω» και «εν δήμω» θεμάτων και αναρωτιέμαι: αν σχολιάσω, γελάσω, ειρωνευτώ, κατακρίνω, διαδώσω κλπ. μια τέτοια δημοσιοποίηση κινδυνεύω να κατηγορηθώ για ασέβεια προς τα «ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα» συνανθρώπου μου; Η «λεπτομέρεια» ότι ο ίδιος μου τα «παρείχε» απλόχερα είναι δικαίωμά του; Η αντίδρασή μου σε αυτά δεν είναι δικαίωμά μου;


Δυσκολεύομαι να απαντήσω στα ερωτήματα αυτά. Θα ήθελα να είχα σπουδάσει ψυχολογία ώστε να μπορώ να κατανοήσω τους λόγους που οδηγούν τους συνανθρώπους μου να πιστεύουν – ή να νομίζουν – ότι τα ιδιωτικά τους θέματα ενδιαφέρουν και άλλους πέραν του οικογενειακού ή φιλικού / κοινωνικού τους κύκλου…. Εδώ βέβαια, έχουν πολύτιμο αρωγό τα απίστευτα μεσημεριανά τηλεοπτικά προγράμματα που έχουν «θησαυρίσει» μεγιστοποιώντας το ευτελές και αναγορεύοντας σε lifestyle – ενημέρωση την μέθοδο της… κλειδαρότρυπας!


Φυσικά ο τηλεοπτικός δέκτης συνοδεύεται από τηλεχειριστήριο που μου επιτρέπει να επιλέξω άλλο πρόγραμμα όταν αρνούμαι να παρακολουθώ ανθρώπους να «ξεγυμνώνονται» παντοιοτρόπως μπροστά στα μάτια μου. Και όλοι οι Διαδικτυακοί χώροι κοινωνικής συνεύρεσης ( του Facebook συμπεριλαμβανομένου ) παρέχουν εργαλεία επιλογής και διαλογής των πληροφοριών που εμφανίζονται στο δικό μου χώρο. Ευτυχώς!


Όμως εξακολουθώ να αναρωτιέμαι: έχουν γίνει πλέον τόσο ρευστά τα όρια του προσωπικού και ιδιωτικού ώστε το αρνητικό, αποτρεπτικό μόριο «μη» να εγκαταλείπει τόσο εύκολα το αγαπημένο μου ρητό; Εξ ου και τα σχόλια του τύπου «δεν τρέχει τίποτα!» «ε, και τι έγινε;» «δε βαριέσαι…» «χα,χα,χα… πλάκα έχει!» Έχει; Αναρωτιέμαι….


Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2011

Ας ελπίσουμε....

....ότι το παιδί αυτό όντως δεν ανήκει σε κανένα κόμμα.... Αυτό θα είναι το πιό ελπιδοφόρο μήνυμα!
http://www.facebook.com/l.php?u=http%3A%2F%2Fwp.me%2FpWa6M-hI&h=d341f

Καλή Χρονιά;

Πώς μπορεί να είναι άραγε μια καλή χρονιά; Υποθέτω διαφορετικά στοιχεία την συνθέτουν για τον καθένα μας αλλά χωρίς ΥΓΕΙΑ δεν νομίζω πως μπορεί οτιδήποτε να χαρακτηριστεί «καλό». Να έχουμε λοιπόν όλοι την υγεία μας και το 2011 θάναι σίγουρα μια Καλή Χρονιά!



Στην αρχή κάθε νέου έτους είθισται να δίνουμε μια σειρά υποσχέσεις στον εαυτό μας σχετικά με τις προσωπικές επιδιώξεις μας και τους γενικότερους ή ειδικότερους στόχους μας του τύπου: «τη Δευτέρα αρχίζω δίαιτα!» και πάντα βέβαια ελπίζουμε πως θα καταφέρουμε να τους υλοποιήσουμε.


Το τέλος του έτους και ο αναπόφευκτος απολογισμός συνήθως επιβεβαιώνει την ρήση «της Κυριακής χαρά και της Δευτέρας λύπη» τονίζοντας την βραχύβια πρόθεσή μας να αρχίσουμε «δίαιτα τη Δευτέρα». Δεν πρέπει όμως να απογοητευόμαστε, νομίζω. Άλλωστε ένα σχέδιο το υλοποιείς ή δεν το υλοποιείς. Και η μαγεία του διαζευκτικού «ή» έγκειται ακριβώς σε αυτό: την δυνατότητα της επιλογής!


Φτάσαμε στη μαγικό κομβικό σημείο: την επιλογή. Θεωρώ πως η εκάστοτε επιλογή μας καθορίζει την πορεία προς τους στόχους μας, τις επιδιώξεις μας και τους αντίστοιχους επιτυχείς ή ανεπιτυχείς τερματισμούς. Για τους μεν χαιρόμαστε για τους δε λυπόμαστε αλλά και σπάνια αξιολογούμε ως λανθασμένες επιλογές. Τις οποίες λανθασμένες επιλογές είθισται – καθώς εξυπηρετεί τα μάλα – να τις χρεώνουμε στην κακή τύχη. Εμείς κάναμε ότι μπορούσαμε αλλά η τύχη δεν ήταν με το μέρος μας, ο Θεός ήταν απασχολημένος με το γείτονα, κάποιος από τους πλανήτες ήταν τραγικά ανάδρομος και «την πατήσαμε»!


Τον τελευταίο καιρό με απασχολεί πολύ το θέμα της «σωστής» επιλογής. Τα εισαγωγικά που συνοδεύουν τη λέξη παραπέμπουν στο alter ego της που είναι η λέξη λάθος. Αναρωτιέμαι αν όντως υπάρχει σωστή / λάθος επιλογή, όπως πολύ πρόθυμα θα μας τονίσει κάποιος με το ανάλογο ύφος του ειδήμονα, έμπειρου, παντογνώστη, γκουρού και πάει λέγοντας….


Τείνω να πιστέψω πως υπάρχει απλά μια σειρά επιλογών που κάνουμε στη ζωή μας και τις κάνουμε πάντα σταθμίζοντας τα υπέρ και τα κατά της εκάστοτε κατάστασης. Νομοτελειακά, η επιλογή οδηγεί σε ένα δρόμο και ο δρόμος σε ένα προορισμό. Ως εδώ, δεν βρίσκω να υπάρχει περίπτωση λάθους. Το λάθος προκύπτει όταν ενώ θέλουμε να πάμε Θεσσαλονίκη, παίρνουμε τον δρόμο για Τρίπολη και επιμένουμε να αγνοούμε τις πινακίδες που με τη σειρά τους επιμένουν να τονίζουν το τέρμα της διαδρομής! Αυτό όμως σε απλά, καθημερινά ελληνικά λέγεται «ξεροκεφαλιά» και όχι λάθος επιλογή.


Οι δραματικές αλλαγές που έφερε το 2010 στη ζωή των περισσότερων εξ ημών σηματοδοτούν μια απαραίτητη αλλαγή πορείας. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να αγνοούμε τις πινακίδες, πρέπει επί τέλους να μάθουμε τον οδικό κώδικα και να σταματήσουμε να οδηγούμε στην αριστερή λωρίδα με «σανιδωμένο γκάζι» παραγνωρίζοντας ή αγνοώντας τις ικανότητες του οχήματός μας και τις δικές μας. Η επιλογή της οδικής και οδηγικής ορολογίας δεν είναι τυχαία.


Ο σύγχρονος Έλληνας – και η σύγχρονη Ελληνίδα βεβαίως-βεβαίως…- ζουν όπως οδηγούν και τούμπαλιν: άτσαλα, νευρικά, υπερφίαλα και με ψυχολογία Ρωμαϊκής αρένας! Πρέπει πάση θυσία να αποδείξουν ότι είναι οι πρώτοι, οι καλλίτεροι, οι νικητές! Γιατί; Δεν ξέρουν. Δεν τόχουν σκεφτεί ποτέ! Το κάνουν όμως. Όπως και πολλά άλλα που επίσης δεν έχουν σκεφτεί…


Ίσως το 2011 να αποδειχτεί μια καλή χρονιά γιατί σίγουρα οι συνθήκες θα μας αναγκάσουν να φρενάρουμε, να σκεφτούμε, να επανεξετάσουμε και να επιλέξουμε την πορεία μας. Συνειδητά. Με βάση τις πραγματικές ανάγκες μας και χωρίς το άλλοθι της «λάθος» επιλογής.


Αν μπορούσαμε επίσης να απαλλαγούμε από τους κανόνες του lifestyle που τα τελευταία χρόνια καθορίζει φασιστικά τα πάντα στη ζωή μας, από το αυτοκίνητο που οδηγούμε μέχρι το χαρτί υγείας που χρησιμοποιούμε, τότε η Ιθάκη του ποιητή (και η Θεσσαλονίκη του δικού μου παραδείγματος) θάναι υπερήφανη για τη διαδρομή που μας χάρισε. Κι εμείς ακόμη περισσότερο που την επιλέξαμε και την διανύσαμε.


Εν κατακλείδι, καλή χρονιά είναι η συνειδητή χρονιά και το 2011 μπορεί να γίνει μια καλή χρονιά για όλους μας. Αν φροντίσουμε την υγεία μας, συμβουλευτούμε τις πινακίδες της διαδρομής μας, σκεφτούμε τις επιλογές μας και προσέξουμε τους ανθρώπους δίπλα και γύρω μας, σίγουρα η ξεκούραση στο τέλος της διαδρομής θα είναι πολύ ευχάριστη και άξια κερδισμένη! Ο δε κότινος που θα περιμένει να μας στέψει νικητές θάναι πάλι χαρούμενος που ξανακέρδισε τον συμβολισμό του!